ΟΓΚΟΙ ΜΑΛΑΚΩΝ ΜΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΟΣΤΩΝ
Οι όγκοι μαλακών μορίων προέρχονται από τα μαλακά μόρια, δηλαδή τους ιστούς του σώματος που βρίσκονται πέριξ των οστών και που υποστηρίζουν τη δομή του σώματος (μύες, τένοντες, λίπος, αιμοφόρα και λεμφικά αγγεία, νεύρα και συνδετικοί ιστοί). Είναι δε στην πλειονότητά τους καλοήθεις.
Ο συνηθέστερος καλοήθης όγκος μαλακών μορίων είναι το λίπωμα, το οποίο δημιουργείται από υπερβολική αύξηση των κυττάρων του λίπους σε ένα σημείο, ενώ στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται επίσης τα αιμαγγειώματα, τα λεμφαγγειώματα, τα νευρινώματα, η κτλ. Συνήθως εμφανίζονται σε επιφανειακά σημεία του σώματος, χωρίς αυτό όμως να αποκλείει την εμφάνισή τους και σε περιοχές όπως το εσωτερικό της κοιλιάς ή του θώρακος.
Οι κακοήθεις όγκοι των μαλακών μορίων καλούνται σαρκώματα και είναι σπάνιοι. Αναπτύσσονται στον υποδόριο ιστό, μεταξύ των μυών, αλλά και ενδομυϊκά. Οι βασικότεροι κακοήθεις όγκοι μαλακών μορίων είναι το λιποσάρκωμα, το λειομυοσάρκωμα, το δερματοϊνοσάρκωμα, το συνοβιακό σάρκωμα και το σάρκωμα Kaposi.
Το λιποσάρκωμα εμφανίζεται στον λιπώδη ιστό, συνήθως των κάτω άκρων και του κορμού, το λειομυοσάρκωμα εντοπίζεται στους μυς της γαστρεντερικής οδού και στη μήτρα, το δερματοϊνοσάρκωμα στον ιστό κάτω από το δέρμα, το συνοβιακό σάρκωμα στους ιστούς γύρω από συνδέσμους (γόνατο, αστράγαλοι) και προσβάλλει κυρίως παιδιά και το σάρκωμα Kapozi εμφανίζεται στα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων, κυρίως σε περιπτώσεις που ο οργανισμός είναι ανοσοκατεσταλμένος (HIV). Η συχνότερη μετάσταση που δίνουν οι όγκοι μαλακών μορίων εντοπίζεται στους πνεύμονες.
Παράγοντες κινδύνου για τους κακοήθεις όγκους των μαλακών μορίων είναι κληρονομικά σύνδρομα, έκθεση σε ακτινοβολία, έκθεση σε χημικές ουσίες, αλλά και βαριά ανοσοκαταστολή. Σε πρώιμα στάδια οι όγκοι δεν παρουσιάζουν συμπτώματα, ενώ στη συνέχεια εκδηλώνονται ως οίδημα στο σημείο, το οποίο συνοδεύεται από πόνο.
Η βιοψία είναι η αποτελεσματικότερη μέθοδος διάγνωσης των κακοηθών όγκων μαλακών μορίων, που αντιμετωπίζονται χειρουργικά. Η χειρουργική εκτομή τους μπορεί να συνδυαστεί με χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία, ανάλογα με την περίπτωση.
Όγκοι οστών
Οι όγκοι οστών είναι συνήθως καλοήθεις και δεν απειλούν τη ζωή του πάσχοντα. Οι συχνότεροι καλοήθεις όγκοι οστών είναι το οστεοχόνδρωμα, τα πολλαπλά οστεοχονδρώματα, το μη οστεοποιούμενο ίνωμα, η ινώδης δυσπλασία, το εγχόδρωμα, τα πολλαπλά εγχονδρώματα, το χονδροβλάστωμα, το οστεοειδές οστέωμα, το αιμαγγείωμα και ο γιγαντοκυτταρικός όγκος.
Υπάρχουν όμως και οι περιπτώσεις των κακοηθών όγκων των οστών, με κυριότερους το οστεοσάρκωμα, το χονδροσάρκωμα και το σάρκωμα Ewing. Οι κακοήθεις όγκοι οστών προσβάλλουν κυρίως το ανδρικό φύλο και είναι συχνότεροι στις νεότερες ηλικίες.
Το οστεοσάρκωμα είναι ο συνηθέστερος κακοήθης όγκος των οστών, εμφανίζεται κατά κύριο λόγο στο γόνατο, στον βραχίονα, στην κνήμη και στον μηρό και προσβάλλει ως επί το πλείστον τις παιδικές και εφηβικές ηλικίες, αλλά και νεαρούς ενήλικες. Μπορεί να εμφανιστεί και σε ηλικιωμένους, συνδεόμενο με την ασθένεια Paget. Το οστεοσάρκωμα σε επιθετική μορφή ενδέχεται να δώσει μεταστάσεις στους πνεύμονες και στα οστά.
Το χονδροσάρκωμα εμφανίζεται στους χόνδρους και είναι πάθηση κυρίως ενηλίκων μεταξύ 50 και 60 ετών. Συνήθως εντοπίζεται στον ώμο, στη λεκάνη και στο άνω μέρος της κνήμης.
Το σάρκωμα Ewing εμφανίζεται συνήθως στα άνω και κάτω άκρα, στον θώρακα και στην πύελο, αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να εκδηλωθεί και σε άλλα σημεία του σώματος. Προσβάλλει επίσης σε μεγάλο βαθμό νεαρές ηλικίες, μεταξύ 10 και 20 ετών. Το σάρκωμα Ewing δίνει μεταστάσεις στον μυελό των οστών.
Τα βασικότερα συμπτώματα των όγκων οστών είναι ο πόνος, το οίδημα και η περιορισμένη κινητικότητα στην περιοχή όπου έχει εμφανιστεί ο όγκος, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να υπάρξει και κάταγμα του πάσχοντος οστού.
Η θεραπεία των όγκων οστών συνίσταται από έναν συνδυασμό χειρουργικής επέμβασης και χημειοθεραπείας. Επίσης στο σάρκωμα Ewing μπορεί να εφαρμοσθεί και ακτινοθεραπεία.